Συμπληγάδες
Μεθυσμένος, πέρα απ' τον τόπο του ανέμου, πέρα απ' τον ήλιο, κοντά στα όρη που τα λένε συμπληγάδες. Στέλνω την κραυγή μου και μια προσευχή, να φυλά τις μαύρες πέτρες. Μα ο αντίλαλος γυρνά σιωπηλός και η προσευχή μου στέλνει φράσεις γεμάτες ερωτήματα.
Προσευχήθηκα στα σύννεφα
και τον αχό της θάλασσας ήθελα νάβρω
Προσευχήθηκα στ' αστέρια
κι ήθελα νάβρω την ορμήνια τ' ουρανού.
Σαν τι να θες έσυ που περπατάς νεκρός?
Γιατί γυρεύεις την ελπίδα?
Τα φέρετρα τα σέρνουν πεθαμένοι
είν' πιο νεκροί απ' τους νεκρούς που κουβαλούνε
οι μέρες τους περνούν χωρίς ν' αγγίξουν την μοίρα
και το ξέρουν
πως χρόνια τώρα έχουν καθορίσει....
Μην ζητάς τα ονειρεμένα πέλαγα
είναι μακριά για σένα
Η ελπίδα σου μάταιη κι ο κόπος σου λίγος.
Paul Athos
Προσευχήθηκα στα σύννεφα
και τον αχό της θάλασσας ήθελα νάβρω
Προσευχήθηκα στ' αστέρια
κι ήθελα νάβρω την ορμήνια τ' ουρανού.
Σαν τι να θες έσυ που περπατάς νεκρός?
Γιατί γυρεύεις την ελπίδα?
Τα φέρετρα τα σέρνουν πεθαμένοι
είν' πιο νεκροί απ' τους νεκρούς που κουβαλούνε
οι μέρες τους περνούν χωρίς ν' αγγίξουν την μοίρα
και το ξέρουν
πως χρόνια τώρα έχουν καθορίσει....
Μην ζητάς τα ονειρεμένα πέλαγα
είναι μακριά για σένα
Η ελπίδα σου μάταιη κι ο κόπος σου λίγος.
Paul Athos
0 Comments:
Post a Comment
<< Home